ἀποκηρύσσεται

ἀποκηρύσσεται
ἀποκηρύσσω
offer
pres ind mp 3rd sg
ἀποκηρύ̱σσεται , ἀποκηρύσσω
offer
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • καθενοθεϊσμός — ο 1. η πίστη σε έναν θεό κάθε φορά 2. η λατρεία ενός θεού σε μία συγκεκριμένη περίπτωση χωρίς να αποκλείεται ή να αποκηρύσσεται η ύπαρξη άλλων θεοτήτων, η εξύψωση ως αποκλειστικά ανώτατου ενός θεού σε μία τελετουργία ή σε έναν ύμνο. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

  • πρωτομαντία — ἡ, Α [πρωτόμαντις] η πρώτη μαντεία που δόθηκε από τον σατανά στους πρωτοπλάστους και η οποία αποκηρύσσεται κατά το μυστήριο τού βαπτίσματος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”